- ἀκρατότης
- ἀκρᾱτότης, [dialect] Ion. -ητότης, ητος, ἡ,A unmixed state,
οἴνου, μέλιτος Hp. Acut.56
.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
οἴνου, μέλιτος Hp. Acut.56
.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
ακρατότης — ἀκρατότης ( ητος), η (Α) [ἄκρατος] απουσία προσμίξεων, καθαρότητα, γνησιότητα … Dictionary of Greek
άκρατος — (1ος αι. μ.Χ.). Απελεύθερος του Νέρωνα. Το 66 μ.Χ. ο αυτοκράτορας τον έστειλε στη Μικρά Ασία για να συλλέψει αναθήματα και να τα μεταφέρει στη Ρώμη. Ο Τάκιτος αναφέρει ότι ο Α. συνάντησε μεγάλη αντίσταση από τους κατοίκους της Περγάμου και ο Δίων … Dictionary of Greek